Τελείες. Απαραίτητη πινελιά, όχι μόνο στα κείμενα. Κάθε τελεία ολοκληρώνει την πρόταση, τον κύκλο, ίσως μια ολόκληρη ζωή.
Οι προτάσεις μου, αδιάκοπη προσπάθεια να ζω ολοκληρωμένα, χωρίς ελαττώματα και ελλείψεις, χωρίς ψεγάδια στη ψυχή, να μάχομαι για το ιδανικό. Το αυτονόητο της ύπαρξης.
Υπάρχει και ένας άλλος λόγος για να βάζω τελείες. Για να μπορώ να αρχίζω την επόμενη πρότασή μου με ένα υπερήφανο, λαμπρό, κεφαλαίο γράμμα, χωρίς να έχω καμία εκκρεμότητα με τα προηγούμενα που έχουν συμβεί.
Θα βάζω και θαυμαστικά στη ζωή μου, αναγνωρίζοντας εκείνα που με εντυπωσιάζουν. Και θέλω να έχω πολλά θαυμαστικά στη ζωή μου, γιατί εκεί βρίσκεται η πηγή και ο πλούτος της ζωής. Από τα θαυμαστικά ξεκινά το δικό μου θαύμα, είναι η δική μου έμπνευση για τα μελλοντικά μου. Είναι και σπόρος του νου το θαυμαστικό. Κι εγώ χρειάζομαι, από τα πολλά που ψάχνω, έναν μόνο γερό σπόρο για να αναπτυχθώ. Μου αρκεί τελικά μόνο ένας.
Θα τοποθετώ με σαφήνεια και τα ερωτηματικά μου. Θα ρωτώ με ξεκάθαρα λόγια όσα θέλω να μάθω. Άλλωστε πάντα μπορεί να μένει κάτι αναπάντητο για μένα. Όσο πιο ξεκάθαρα ρωτώ, τόσο πιο ξεκάθαρες απαντήσεις θα προσδοκώ. Θα ρωτώ, για να είμαι ένας ελκυστικός, ενεργητικός ακροατής που αναγνωρίζει ενδιαφέρον σε κάθε ανθρώπινη επικοινωνία.
Και τις παρενθέσεις που ανοίγω, θα φροντίζω να τις κλείνω. Δεν είναι μόνο αισθητικός ο λόγος. Θα κλείσω την παρένθεση, μην βγει έξω στο σεργιάνι αυτό που επιθυμούσα να κλείσω εκεί ως δευτερεύον και μου κάνει άνω κάτω την όμορφη κύρια πρόταση που είχα φτιάξει.
Και δεν θα λησμονώ μέσα στη μέρα μου, να βάζω κόμματα και άνω τελείες. Να παίρνω τις ανάσες μου. Θα τιμήσω, ανάμεσα σε αυτά που κάνω, τις ενδιάμεσες ανάσες όσο τους αξίζει, αφού δίνουν ρυθμό και διάρκεια στην ίδια τη ζωή μου.
Και τις συνεχόμενες μικρές τελίτσες, που τις λένε αποσιωπητικά θα βάζω, όταν επιθυμώ η σκέψη μου να ταξιδεύει εκεί που ονειρεύομαι. Αυτές οι μικρές τελίτσες της σιωπής πολλές φορές κρύβουν τη δύναμη που απεγνωσμένα ψάχνουμε, ώστε να αλλάξει ένας ολόκληρος κόσμος.
Μικρές τελίτσες για το ταξίδι και τη σιωπή που μιλάει. Για τ’ ανείπωτα. Και την αλλόκοτη χαρά που έρχεται λίγο μετά από αυτά…
Μαργαρίτα