Διαβάζοντας μια προδημοσίευση της Μυριάνθης, ενός συγκλονιστικού διηγήματος της συγχωριανής μου Ειρήνης, μου γεννήθηκε η επιθυμία και να την γνωρίσω από κοντά αλλά και να διαβάσω περισσότερα από τα γραπτά της. Έτσι σε λίγο καιρό είχα στα χέρια μου το βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2018 από τις Εκδόσεις Χάρη Τζο Πάτση, και το οποίο είναι ιδιαίτερα καλαίσθητο και περιλαμβάνει 12 διηγήματα της συγγραφέως-ποιήτριας. Μαζί και τη μικρή της ποιητική συλλογή με τίτλο «Ανάκαρα», έκδοση του 2012.
Γνωρίζω πολύ λίγο την Ειρήνη και όχι από κοντά. Από το λίγο που έχουμε μιλήσει και από τα πνευματικά της έργα διαφαίνεται η μεγάλη της αγάπη για τον τόπο μας. Όχι για τη Λέσβο ολάκερη σαν κι εμένα, αλλά για την Καλλονή και το μικρό της «παραπαίδι», τα Σουμούρια. Ανεξίτηλα παιδικά βιώματα, δύσκολα παιδικά χρόνια, έχουν χαραχθεί «φωτογραφικά» στη μνήμη της και ξεπηδούν υπερνικώντας όλη τη φωτογραφική της προϋπηρεσία στην Αθήνα, όλες τις μνήμες της από το «Κλεινόν Άστυ», όπου εργάστηκε σε εφημερίδες και περιοδικά. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Ειρήνης, μιας νοσταλγού της ιδιαίτερης πατρίδας της που της λείπει πολύ εκεί που ζει σήμερα και βρήκε αυτόν τον τρόπο έκφρασης, να εκφράζει όλα τα δυνατά της αισθήματα για το παρελθόν και να θέλει να τα μοιραστεί με τους αναγνώστες της αλλά και τους συμπατριώτες της. Είναι πιθανόν η ανάγκη ενός ευαίσθητου ανθρώπου να κάνει μία ανασκόπηση της ζωής του, μια επιστροφή στο παρελθόν, μια μικρή αυτοβιογραφία και μια δόση λαογραφίας που αποτελεί μάθημα για εμάς τους νεώτερους που θεωρούμε πολλά πράγματα δεδομένα. Αγάπη για τη φύση, αγάπη για όλα τα πλάσματα της φύσης και τα κατοικίδια της γειτονιάς, αγάπη για την ίδια τη ζωή αναβλύζει λυρικά από τα γραπτά της Ειρήνης.
«Σμαράγδια της γης»
Δροσοσταλιά στην άκρη μισάνοιχτου κρίνου.
Σαν φωτισμένη πολιτεία, μαγική,
Στραφταλίζει καθώς την χαϊδεύουν του ήλιου οι αχτίδες.